“Ανοιχτή πληγή” για τον κλάδο του λογισμικού στην Ελλάδα παραμένουν τα μη νόμιμα αδειοδοτημένα προϊόντα, που αντιπροσωπεύουν σήμερα το 61% των εγκατεστημένων συστημάτων στη χώρα. Το ποσοστό του λογισμικού, που δεν είναι αδειοδοτημένο, είναι μεν μικρότερο κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με δύο χρόνια νωρίτερα. Ωστόσο, είναι το υψηλότερο αντίστοιχο ποσοστό στη Δυτική Ευρώπη. Είναι δε υψηλότερο ακόμη και από το μέσο όρο στο σύνολο της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Σύμφωνα, μάλιστα, με την παγκόσμια έρευνα λογισμικού της BSA-The Software Alliance, η εμπορική αξία του μη αδειοδοτημένου λογισμικού, που βρίσκεται εγκατεστημένο στην Ελλάδα, να ανέρχεται σε $173 εκατ.
Όπως, μάλιστα, διαπιστώνει η έρευνα, η κυβερνοασφάλεια είναι ο νούμερο ένα λόγος, για τον οποίο πρέπει να αποφεύγεται η χρήση μη αδειοδοτημένου λογισμικού. “Για τη μείωση του κινδύνου των κυβερνοεπιθέσεων και την προαγωγή του τελικού αποτελέσματος, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να εξαλείψουν το μη αδειοδοτημένο λογισμικό που βρίσκεται εγκατεστημένο στα δίκτυα τους και να εισάγουν σύστημα Διαχείρισης Πόρων Λογισμικού (Software AssetManagement)”, επισημαίνει η έρευνα της BSA.
Απειλές ασφάλειας
Οι ερευνητές της εταιρείας υπογραμμίζουν ότι, εάν το λογισμικό είναι μη αδειοδοτημένο, οι επιχειρήσεις διατρέχουν ένα σημαντικό κίνδυνο να αντιμετωπίσουν, συχνά, σοβαρές απειλές κατά της ασφάλειας. Στην πραγματικότητα, οι CIOs παρατήρησαν ότι η κλοπή προσωπικών και εταιρικών δεδομένων είναι το πρωταρχικό μέλημα τους αναφορικά με το κακόβουλο λογισμικό, που μπορεί να συνοδεύει μη αδειοδοτημένο λογισμικό. Κατά συνέπεια, περισσότεροι από τους μισούς CIOs, που συμμετείχαν στην έρευνα, ανέφεραν τους κινδύνους κυβερνοασφάλειας ως το νούμερο ένα λόγο για τον οποίο πρέπει να αποφεύγεται το μη αδειοδοτημένο λογισμικό (54 %), με δεύτερο λόγο το μικρότερο κίνδυνο που διατρέχουν λόγω νομικών ζητημάτων (43%).
Παγκόσμια εικόνα
Η χρήση μη αδειοδοτημένου λογισμικού, αν και ελαφρώς μειωμένη, είναι ακόμη ευρέως διαδεδομένη. Το μη αδειοδοτημένο λογισμικό εξακολουθεί να χρησιμοποιείται σε όλο τον κόσμο σε ανησυχητικά επίπεδα, με ποσοστό 37% να αφορά λογισμικό εγκατεστημένο σε προσωπικούς Η/Υ – σημειώνεται πτώση μόνο δύο μονάδων από το 2016. Οι CIOs αναφέρουν ότι το μη αδειοδοτημένο λογισμικό είναι όλο και περισσότερο επικίνδυνο και ακριβό. Το κακόβουλο λογισμικό που προέρχεται από μη αδειοδοτημένο λογισμικό κοστίζει στις εταιρείες παγκοσμίως σχεδόν $359 δις το χρόνο.
Η όλο και μεγαλύτερη συμμόρφωση προς το αδειοδοτημένο λογισμικό, αναδεικνύεται, σήμερα, σε οικονομικό παράγοντα και ταυτόχρονα, σε επιτακτική ανάγκη ασφάλειας. Όταν οι εταιρείες κάνουν πρακτικά βήματα προς την ενίσχυση της διαχείρισης του λογισμικού τους, μπορούν να αυξήσουν τα κέρδη τους έως και σε ποσοστό 11%.
Οι επιχειρήσεις, σήμερα, μπορούν να κάνουν ουσιαστικά βήματα για να βελτιώσουν τη διαχείριση του λογισμικού τους. Έρευνες δείχνουν ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να πετύχουν εξοικονόμηση μέχρι και 30% στα ετήσια έξοδα λογισμικού, εφαρμόζοντας ένα δυναμικό πρόγραμμα Διαχείρισης Πόρων Λογισμικού και βελτιστοποίησης της αδειοδότησης λογισμικού.
Η έρευνα
Η “Παγκόσμια Έρευνα Λογισμικού 2018: Διαχείριση Λογισμικού: Επιτακτική Ανάγκη Ασφάλειας, Επαγγελματική Ευκαιρία” ποσοτικοποιεί την ένταση και την αξία του μη αδειοδοτημένου λογισμικού, που βρίσκεται εγκατεστημένο σε προσωπικούς Η/Υ σε περισσότερες από 110 χώρες και περιοχές και περιλαμβάνει σχεδόν 23.000 απαντήσεις από καταναλωτές, εργαζόμενους και CIOs.
Πηγή: sepe.gr